Έγχυμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: έγχυμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aftreksel, infusie, infuus, intraveneuze infusie, de infusie
Έγχυμα στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έγχυμα

έγχυμα χαμομηλιού, έγχυμα λεξικό, έγχυμα δενδρολίβανου, έγχυμα δυόσμου, έγχυμα βοτάνων, έγχυμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, έγχυμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • έγκυρος στα ολλανδικά - geldig, geldige, geldt, gelden, geldig is
  • έγχρωμος στα ολλανδικά - kleuren, verven, gekleurde, gekleurd, kleurige, kleur, Meerkleurige
  • έδαφος στα ολλανδικά - aanlanden, reden, basis, fond, grondtal, gouw, voedingsbodem, ...
  • έδρα στα ολλανδικά - rek, werkbank, zitbank, bank, schraag, bok, stoel, ...
Τυχαίες λέξεις
Έγχυμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aftreksel, infusie, infuus, intraveneuze infusie, de infusie