Έκτρωση στα δανικά
Μετάφραση: έκτρωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
abort, aborter, svangerskabsafbrydelse
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έκτρωση
έκτρωση λεξικό γλώσσας δανικά, έκτρωση στα δανικά
Μεταφράσεις
- έκταση στα δανικά - område, området, areal
- έκτος στα δανικά - sjette, sjettedel, det sjette, i sjette
- έκφραση στα δανικά - udtryk, ekspression, udtrykket, ekspressionen
- έκφυλος στα δανικά - tøjlesløs, licentious, udsvævende, tøjlesløse, usædelig
Τυχαίες λέξεις
Έκτρωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: abort, aborter, svangerskabsafbrydelse
Μεταφράσεις: abort, aborter, svangerskabsafbrydelse