Αγχίνοια στα δανικά
Μετάφραση: αγχίνοια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Klogskab, Kløgt, skarpsindighed, snuhed
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγχίνοια
αγχίνοια συνωνυμα, αγχίνοια συνώνυμο, αγχίνοια λεξικό γλώσσας δανικά, αγχίνοια στα δανικά
Μεταφράσεις
- αγρόκτημα στα δανικά - bondegård, gård, farm, gården, bedriften, bedrift
- αγρότης στα δανικά - landmand, bonde, landbruger, landbrugeren, landmanden
- αγχιστεία στα δανικά - affinitet, affiniteten, tilhørsforhold, affinitets
- αγχωμένος στα δανικά - ængstelig, ivrig efter, ivrig, bekymrede, ivrige efter
Τυχαίες λέξεις
Αγχίνοια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Klogskab, Kløgt, skarpsindighed, snuhed
Μεταφράσεις: Klogskab, Kløgt, skarpsindighed, snuhed