Αγχίνοια στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αγχίνοια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
shrewdness, argúcia, perspicácia, esperteza, astúcia
Αγχίνοια στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγχίνοια

αγχίνοια συνωνυμα, αγχίνοια συνώνυμο, αγχίνοια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αγχίνοια στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αγρόκτημα στα πορτογαλικά - quintas, suspender, adeus, fazenda, cultivar, melhorar, elevar, ...
  • αγρότης στα πορτογαλικά - fazendeiro, agricultor, fazenda, granja, arrendatário, camponês, agricultores, ...
  • αγχιστεία στα πορτογαλικά - afinidade, de afinidade, afinidade de, a afinidade, afinidades
  • αγχωμένος στα πορτογαλικά - ansioso, ansiosos, ansiosa, ansiosas, ansiedade
Τυχαίες λέξεις
Αγχίνοια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: shrewdness, argúcia, perspicácia, esperteza, astúcia