Αδελφή στα δανικά
Μετάφραση: αδελφή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
cigaret, søster, sřster, søsters, søsteren
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδελφή
αδελφή μεγάλου αλεξάνδρου, αδελφή χριστίνα, αδελφή γαβριηλία, αδελφή τερέζα, αδελφή ψυχή, αδελφή λεξικό γλώσσας δανικά, αδελφή στα δανικά
Μεταφράσεις
- αδαμαντίνη στα δανικά - emalje, emaljen, enamel, emalje-
- αδειάζω στα δανικά - tom, tomme, tomt
- αδελφός στα δανικά - bror, broder, Brother, Broder
- αδερφή στα δανικά - søster, sřster, søsters, søsteren
Τυχαίες λέξεις
Αδελφή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: cigaret, søster, sřster, søsters, søsteren
Μεταφράσεις: cigaret, søster, sřster, søsters, søsteren