Αεροσκάφος στα δανικά
Μετάφραση: αεροσκάφος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
flyvemaskine, fly, luftfartøjer, luftfartøj, luftfartøjet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αεροσκάφος
αεροσκάφος erieye emb-145h, αεροσκάφος μαλαισία, αεροσκάφος της malaysia airlines, αεροσκάφος της malaysia, αεροσκάφος malaysia, αεροσκάφος λεξικό γλώσσας δανικά, αεροσκάφος στα δανικά
Μεταφράσεις
- αεροπορία στα δανικά - luftfart, luftfarten, luftfartssikkerhed, luftfartssektoren, luftfartens
- αεροπόρος στα δανικά - pilot, aviator, aviatoren, aviators
- αερόστατο στα δανικά - ballon, ballonen, balloon, balloner
- αηδής στα δανικά - kvalmende, oprørende, usmageligt, gruopvækkende, sygelige
Τυχαίες λέξεις
Αεροσκάφος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: flyvemaskine, fly, luftfartøjer, luftfartøj, luftfartøjet
Μεταφράσεις: flyvemaskine, fly, luftfartøjer, luftfartøj, luftfartøjet