Αθωότητα στα δανικά
Μετάφραση: αθωότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
uskyld, uskyldighed, uskyldig, uskyldsformodning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθωότητα
αθωότητα των μουσουλμάνων youtube, αθωότητα αντώνυμο, αθωότητα λεξικό, αθωότητα των μουσουλμάνων, αθωότητα αποφθέγματα, αθωότητα λεξικό γλώσσας δανικά, αθωότητα στα δανικά
Μεταφράσεις
- αθλητικός στα δανικά - atletisk, Athletic, atletiske, sportslige, Sportsbeklædning
- αθροιστικός στα δανικά - akkumulerende, kumulative, kumulativ, akkumulative, akkumulerede
- αθωώνω στα δανικά - frikende, fritage virksomheden, frigoere
- αθώος στα δανικά - uskyldig, uskyldige, uskyldigt, uskadelig
Τυχαίες λέξεις
Αθωότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: uskyld, uskyldighed, uskyldig, uskyldsformodning
Μεταφράσεις: uskyld, uskyldighed, uskyldig, uskyldsformodning