Αθωότητα στα ολλανδικά
Μετάφραση: αθωότητα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onschuld, onbedorvenheid, de onschuld, onschuld te, onschuldig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθωότητα
αθωότητα των μουσουλμάνων youtube, αθωότητα αντώνυμο, αθωότητα λεξικό, αθωότητα των μουσουλμάνων, αθωότητα αποφθέγματα, αθωότητα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αθωότητα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αθλητικός στα ολλανδικά - atletisch, atletische, Athletic, sportieve, atletiek
- αθροιστικός στα ολλανδικά - accumulerend, cumulatief, cumulatieve, accumulerende, accumulatieve
- αθωώνω στα ολλανδικά - vrijpleiten, disculperen, vrij te pleiten, verontschuldigen, ontlastende stukken
- αθώος στα ολλανδικά - onschuldig, schuldeloos, onbedorven, onnozel, onschuldige, onschuldigen, onschuldig is
Τυχαίες λέξεις
Αθωότητα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: onschuld, onbedorvenheid, de onschuld, onschuld te, onschuldig
Μεταφράσεις: onschuld, onbedorvenheid, de onschuld, onschuld te, onschuldig