Αθώωση στα δανικά

Μετάφραση: αθώωση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
frifindelse, frifindelsen, frikendelse, frifindelse på, frifundet
Αθώωση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αθώωση

αθώωση κασιδιάρη, αθώωση σώρρα, αθώωση αρτέμη σώρρα, αθώωση οροθετικών, αθώωση μελίστα, αθώωση λεξικό γλώσσας δανικά, αθώωση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αθωώνω στα δανικά - frikende, fritage virksomheden, frigoere
  • αθώος στα δανικά - uskyldig, uskyldige, uskyldigt, uskadelig
  • αιγίδα στα δανικά - regi, auspicier, rammerne, ledelse
  • αιθάλη στα δανικά - kønrøg, sod, soden, af sod, sig sod
Τυχαίες λέξεις
Αθώωση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: frifindelse, frifindelsen, frikendelse, frifindelse på, frifundet