Αθώωση στα ιταλικά
Μετάφραση: αθώωση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assoluzione, proscioglimento, un'assoluzione, l'assoluzione, di assoluzione
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθώωση
αθώωση κασιδιάρη, αθώωση σώρρα, αθώωση αρτέμη σώρρα, αθώωση οροθετικών, αθώωση μελίστα, αθώωση λεξικό γλώσσας ιταλικά, αθώωση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αθωώνω στα ιταλικά - assolvere, discolpare, scagionare, discolpare la, discolparsi
- αθώος στα ιταλικά - innocente, innocenti, innocent, innocenza
- αιγίδα στα ιταλικά - egida, auspici, patrocinio, gli auspici, l'egida
- αιθάλη στα ιταλικά - fuliggine, di fuliggine, la fuliggine, della fuliggine, nerofumo
Τυχαίες λέξεις
Αθώωση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: assoluzione, proscioglimento, un'assoluzione, l'assoluzione, di assoluzione
Μεταφράσεις: assoluzione, proscioglimento, un'assoluzione, l'assoluzione, di assoluzione