Ακεραιότητα στα δανικά
Μετάφραση: ακεραιότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
integritet, integriteten, tro
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακεραιότητα
ακεραιότητα χαρακτήρα, ακεραιότητα αναφορών access, ακεραιότητα συνώνυμα, ακεραιότητα in english, ακεραιότητα αναφορών, ακεραιότητα λεξικό γλώσσας δανικά, ακεραιότητα στα δανικά
Μεταφράσεις
- ακαταστασία στα δανικά - forstyrrelse, uorden, forvirring, rodet
- ακατοίκητος στα δανικά - ubeboelige, ubeboelig, ubeboeligt, ubeboelige på
- ακλόνητος στα δανικά - urokkelig, urokket, urokkelige, ryste paa, urørt
- ακμάζω στα δανικά - blomstre, bloom, flor, plante, blomstrer
Τυχαίες λέξεις
Ακεραιότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: integritet, integriteten, tro
Μεταφράσεις: integritet, integriteten, tro