Ακεραιότητα στα ουκρανικά
Μετάφραση: ακεραιότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
інтегратор, отой, керування, той, цілісність, цілісності
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακεραιότητα
ακεραιότητα χαρακτήρα, ακεραιότητα αναφορών access, ακεραιότητα συνώνυμα, ακεραιότητα in english, ακεραιότητα αναφορών, ακεραιότητα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ακεραιότητα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ακαταστασία στα ουκρανικά - порушення, безладдя, неохайність, неопрятность
- ακατοίκητος στα ουκρανικά - незаселений, нежитловий, нежитлової, нежилої, нежилой, нежилий
- ακλόνητος στα ουκρανικά - несхитний, міцний, непохитний, стійкий, тривкий, непоколебленним, непоколебленной
- ακμάζω στα ουκρανικά - процвітання, буяти, квітнути, присмак, цвісти, цвітіння, розквіта
Τυχαίες λέξεις
Ακεραιότητα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: інтегратор, отой, керування, той, цілісність, цілісності
Μεταφράσεις: інтегратор, отой, керування, той, цілісність, цілісності