Ακριβώς στα δανικά
Μετάφραση: ακριβώς, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
nøjagtig, præcis, nøjagtigt, præcist
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακριβώς
ακριβώς επιλύσιμα κβαντομηχανικά δυναμικά, ακριβώς πριν, ακριβώς ιταλικά, ακριβώσ στα αγγλικά, ακριβώσ αυτό, ακριβώς λεξικό γλώσσας δανικά, ακριβώς στα δανικά
Μεταφράσεις
- ακριβολόγος στα δανικά - nøjagtig, præcis, puristiske, purist, puristisk, puritanske, puristen
- ακριβός στα δανικά - dyr, kostbar, værdifuld, kære, kær, pebret
- ακριτόμυθος στα δανικά - babbler, Ordgyder, snakkehoved
- ακροατήριο στα δανικά - publikum, målgruppe, tilhørerne, publikums
Τυχαίες λέξεις
Ακριβώς στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: nøjagtig, præcis, nøjagtigt, præcist
Μεταφράσεις: nøjagtig, præcis, nøjagtigt, præcist