Nøjagtigt στα ελληνικά

Μετάφραση: nøjagtigt, Λεξικό: δανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόλις, ακριβώς, δίκαιος, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια
Nøjagtigt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nøgle στα ελληνικά - αποσπώ, στραμπουλίζω, κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
  • nøjagtig στα ελληνικά - μόλις, ακριβώς, δίκαιος, συγκεκριμένος, ακριβής, ακριβολόγος, επακριβώς, ...
  • oase στα ελληνικά - όαση, Oasis, Το Oasis, όασης, Όασις
  • oberst στα ελληνικά - συνταγματάρχης, συνταγματάρχη, ο συνταγματάρχης, του συνταγματάρχη, τον συνταγματάρχη
Τυχαίες λέξεις
Nøjagtigt στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόλις, ακριβώς, δίκαιος, επακριβώς, ακρίβεια, ακριβώς το, με ακρίβεια