Ανάκλιντρο στα δανικά
Μετάφραση: ανάκλιντρο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sofa, sofaen, couch, sovesofa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάκλιντρο
πολυθρόνα ανάκλιντρο, ανάκλιντρο ικεα, μοντέρνο ανάκλιντρο, καναπέσ ανάκλιντρο, ανάκλινδρο κρεβάτι, ανάκλιντρο λεξικό γλώσσας δανικά, ανάκλιντρο στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανάθεση στα δανικά - opgave, tildeling, opgaven, overdragelse, tildelingen
- ανάκαμψη στα δανικά - inddrivelse, nyttiggørelse, opsving, genopretning, genvinding
- ανάκριση στα δανικά - forespørgsel, spørgsmål, ligsyn, ligsynet
- ανάκτορο στα δανικά - palads, Palace, slottet, paladset
Τυχαίες λέξεις
Ανάκλιντρο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sofa, sofaen, couch, sovesofa
Μεταφράσεις: sofa, sofaen, couch, sovesofa