Ανάπτυξη στα δανικά

Μετάφραση: ανάπτυξη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
evolution, udvikling, vækst, udviklingen, udvikling af, udvikle
Ανάπτυξη στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάπτυξη

ανάπτυξη και εφαρμογή παιδαγωγικών πρακτικών και πρακτικών αξιολόγησης των μαθητών, ανάπτυξη και εφαρμογή διδακτικών πρακτικών, ανάπτυξη εμβρύου, ανάπτυξη web εφαρμογών με php και mysql, ανάπτυξη και εφαρμογή σχεδίων δράσης για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου, ανάπτυξη λεξικό γλώσσας δανικά, ανάπτυξη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανάπαυλα στα δανικά - pusterum, åndehul, råderum
  • ανάπηρος στα δανικά - ugyldig, handicappet, handicappede, deaktiveret, deaktiveres, handicappedes
  • ανάρμοστος στα δανικά - unbefitting
  • ανάρρωση στα δανικά - inddrivelse, nyttiggørelse, opsving, genopretning, genvinding
Τυχαίες λέξεις
Ανάπτυξη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: evolution, udvikling, vækst, udviklingen, udvikling af, udvikle