Ανάσα στα δανικά

Μετάφραση: ανάσα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ånde, vejrtrækning, trække vejret, åndedræt, at trække vejret, vejrtrækningen
Ανάσα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάσα

ανάσα αρτέμιδα, ανάσα για τον δήμο καβάλας, ανάσα για τα σπάτα & την αρτέμιδα, ανάσα ζωής, ανάσα μου η ανάσα σου αστέρι μου, ανάσα λεξικό γλώσσας δανικά, ανάσα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανάρρωση στα δανικά - inddrivelse, nyttiggørelse, opsving, genopretning, genvinding
  • ανάρτηση στα δανικά - suspension, suspensionen, udsættelse, suspenderes, affjedring
  • ανάσταση στα δανικά - opstandelse, opstandelsen, genopstandelse, genopstandelsen, opstandelsens
  • ανάστημα στα δανικά - bygge, konstruere, statur, vækst, anseelse
Τυχαίες λέξεις
Ανάσα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ånde, vejrtrækning, trække vejret, åndedræt, at trække vejret, vejrtrækningen