Αναζήτηση στα δανικά

Μετάφραση: αναζήτηση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ransage, søgen, quest, søgen efter, stræben, mission
Αναζήτηση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναζήτηση

αναζήτηση εργασίας θεσσαλονίκη, αναζήτηση φεκ, αναζήτηση νόμων, αναζήτηση τκ, αναζήτηση εργασίας, αναζήτηση λεξικό γλώσσας δανικά, αναζήτηση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναδρομικός στα δανικά - retrospektiv, tilbagevirkende, tilbagevirkende kraft, med tilbagevirkende kraft, retrospektive
  • αναδύομαι στα δανικά - overflade, dukke, opstå, komme, opstår, emerge
  • αναζητητής στα δανικά - søgende, asylansøgeren, seeker, asylansøgere, søgeren
  • αναζητώ στα δανικά - søge, kigge efter, se efter, byens, lede efter
Τυχαίες λέξεις
Αναζήτηση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ransage, søgen, quest, søgen efter, stræben, mission