Αναπτήρας στα δανικά

Μετάφραση: αναπτήρας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lighter, lettere, lysere, lægter, lighteren
Αναπτήρας στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπτήρας

αναπτήρας χατζηγιάννης στίχοι, αναπτήρας bic, αναπτήρας dupont, αναπτήρας ονειροκρίτης, αναπτήρας τελειωμένος, αναπτήρας λεξικό γλώσσας δανικά, αναπτήρας στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναποτελεσματικός στα δανικά - ineffektiv, ineffektive, ineffektivt, virkning, virkningsløse
  • αναπροσαρμόζομαι στα δανικά - justerede, justeret, korrigerede, indstillede, korrigeret
  • αναπτύσσομαι στα δανικά - uddanne, figurer, former, udformninger, Karriere Begivenheder
  • αναπτύσσω στα δανικά - uddanne, udvikle, at udvikle, udvikler, udvikling, udarbejde
Τυχαίες λέξεις
Αναπτήρας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lighter, lettere, lysere, lægter, lighteren