Ανερχόμενος στα δανικά
Μετάφραση: ανερχόμενος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kommende, forestående
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανερχόμενος
ανερχόμενος όρχις, ανερχόμενος translation, ανερχόμενος συνώνυμα, ανερχόμενος λεξικό, ανερχόμενος ετυμολογια, ανερχόμενος λεξικό γλώσσας δανικά, ανερχόμενος στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανεργία στα δανικά - arbejdsløshed, arbejdsløsheden, ledighed, ledigheden, arbejdsløshedsunderstøttelse
- ανερμάτιστος στα δανικά - anermatistos
- ανεφοδιάζω στα δανικά - anefodiazo
- ανεύθυνος στα δανικά - uansvarlig, uansvarligt, uansvarlige, uforsvarlig
Τυχαίες λέξεις
Ανερχόμενος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kommende, forestående
Μεταφράσεις: kommende, forestående