Ανερχόμενος στα ουκρανικά
Μετάφραση: ανερχόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
окуліровка, майбутній, наступний
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανερχόμενος
ανερχόμενος όρχις, ανερχόμενος translation, ανερχόμενος συνώνυμα, ανερχόμενος λεξικό, ανερχόμενος ετυμολογια, ανερχόμενος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανερχόμενος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ανεργία στα ουκρανικά - безробіття
- ανερμάτιστος στα ουκρανικά - нестійкий, хитливий, коливний, нетвердий, anermatistos
- ανεφοδιάζω στα ουκρανικά - anefodiazo
- ανεύθυνος στα ουκρανικά - безвідповідальність, безвідповідальний, безвідповідальна
Τυχαίες λέξεις
Ανερχόμενος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: окуліровка, майбутній, наступний
Μεταφράσεις: окуліровка, майбутній, наступний