Ανώτατος στα δανικά

Μετάφραση: ανώτατος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
top, toppen, øverste, øverst, Blandt de mest aktive
Ανώτατος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανώτατος

ανώτατος χρόνος σπουδών, ανώτατος τούρκος αξιωματούχος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ανώτατος δικαστικός, ανώτατος τούρκος αξιωματικός της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ανώτατος θεός του ιταλικού πάνθεον, ανώτατος λεξικό γλώσσας δανικά, ανώτατος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ανώνυμος στα δανικά - anonym, Anonymous, anonyme, anonymt
  • ανώριμος στα δανικά - umodne, umoden, umodent, uudviklet, modne
  • ανώτερος στα δανικά - chef, overlegen, overlegne, Superior, fineste
  • αξέχαστος στα δανικά - uforglemmelig, uforglemmelige, uforglemmeligt, behageligt, berige dit
Τυχαίες λέξεις
Ανώτατος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: top, toppen, øverste, øverst, Blandt de mest aktive