Αποκαθιστώ στα δανικά
Μετάφραση: αποκαθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
genoprette, gendanne, genskabe, få, genetablere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκαθιστώ
αποκαθιστώ english, αποκαθιστώ στα αγγλικα, αποκαθιστώ συνώνυμα, αποκαθιστώ λεξικό, αποκαθιστώ κλιση, αποκαθιστώ λεξικό γλώσσας δανικά, αποκαθιστώ στα δανικά
Μεταφράσεις
- αποκάλυψη στα δανικά - åbenbaring, åbenbaringen, afsløring, åbenbaringens
- αποκήρυξη στα δανικά - afvisning, fornægtelse, tilbagevisning, forkastelse, forstødelse
- αποκαλυπτικός στα δανικά - apokalyptisk
- αποκαλύπτω στα δανικά - afsløre, afslører, viser, vise
Τυχαίες λέξεις
Αποκαθιστώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: genoprette, gendanne, genskabe, få, genetablere
Μεταφράσεις: genoprette, gendanne, genskabe, få, genetablere