Αποκαθιστώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: αποκαθιστώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atkurti, atstatyti, atkūrimo, vėl, grąžinti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκαθιστώ
αποκαθιστώ english, αποκαθιστώ στα αγγλικα, αποκαθιστώ συνώνυμα, αποκαθιστώ λεξικό, αποκαθιστώ κλιση, αποκαθιστώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αποκαθιστώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αποκάλυψη στα λιθουανικά - apokalipsė, apreiškimas, atskleidimas, apreiškimo, apreiškimą, atradimas
- αποκήρυξη στα λιθουανικά - atsisakymas, atsižadėjimas, anuliavimas, išsižadėjimas, nepripažinimas
- αποκαλυπτικός στα λιθουανικά - Apokaliptyczny, Pranašišką
- αποκαλύπτω στα λιθουανικά - atskleisti, atskleidžia, rodo, atskleis
Τυχαίες λέξεις
Αποκαθιστώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atkurti, atstatyti, atkūrimo, vėl, grąžinti
Μεταφράσεις: atkurti, atstatyti, atkūrimo, vėl, grąžinti