Αποκηρύσσω στα δανικά
Μετάφραση: αποκηρύσσω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
afsværge, tilbagekalde, recant, sine ord tilbage, tage sine ord tilbage
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκηρύσσω
αποκηρύσσω συνωνυμο, αποκηρύσσω σημασια, αποκηρύσσω λεξικο, αποκηρύσσω συνώνυμα, αποκηρύσσω κλιση, αποκηρύσσω λεξικό γλώσσας δανικά, αποκηρύσσω στα δανικά
Μεταφράσεις
- αποκαλύπτω στα δανικά - afsløre, afslører, viser, vise
- αποκατάσταση στα δανικά - restaurering, genoprettelse, genopretning, restaureringen, genoprettelsen
- αποκλίνω στα δανικά - afviger, divergerer, afvige, divergere
- αποκλείω στα δανικά - forbud, udelukke, udelukker, eksklusive, udelukkes, undtage
Τυχαίες λέξεις
Αποκηρύσσω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: afsværge, tilbagekalde, recant, sine ord tilbage, tage sine ord tilbage
Μεταφράσεις: afsværge, tilbagekalde, recant, sine ord tilbage, tage sine ord tilbage