Αποκηρύσσω στα ολλανδικά

Μετάφραση: αποκηρύσσω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
uitvallen, opgeven, herroepen, te herroepen, recant, herroepen van
Αποκηρύσσω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκηρύσσω

αποκηρύσσω συνωνυμο, αποκηρύσσω σημασια, αποκηρύσσω λεξικο, αποκηρύσσω συνώνυμα, αποκηρύσσω κλιση, αποκηρύσσω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αποκηρύσσω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • αποκαλύπτω στα ολλανδικά - openbaren, ontwikkelen, onthullen, blootleggen, blijkt, tonen, te onthullen
  • αποκατάσταση στα ολλανδικά - reparatie, restauratie, herstel, het herstel, herstellen, de restauratie
  • αποκλίνω στα ολλανδικά - afwijken, uiteenlopen, verschillen, divergeren, uiteen
  • αποκλείω στα ολλανδικά - verbod, verhoeden, afvoeren, elimineren, uitsluiten, voorkomen, uitschakelen, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποκηρύσσω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: uitvallen, opgeven, herroepen, te herroepen, recant, herroepen van