Απόφθεγμα στα δανικά
Μετάφραση: απόφθεγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ordsprog, maksime, Maxim, leveregel, grundsætning, maksimen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόφθεγμα
απόφθεγμα καζαντζάκη, απόφθεγμα της ημέρας, απόφθεγμα φιλίας, απόφθεγμα για τη ζωη, απόφθεγμα ημέρας, απόφθεγμα λεξικό γλώσσας δανικά, απόφθεγμα στα δανικά
Μεταφράσεις
- απότομος στα δανικά - brysk, stejl, Curt, studst, afvisende, er Curt
- απόφαση στα δανικά - bestemmelse, beslutning, afgørelse, beslutningen, afgørelsen, beslutning om
- απόφοιτος στα δανικά - graduate, kandidat, uddannet, kandidatniveau
- απόχρωση στα δανικά - toning, farvetone, nuance, tone, skær
Τυχαίες λέξεις
Απόφθεγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ordsprog, maksime, Maxim, leveregel, grundsætning, maksimen
Μεταφράσεις: ordsprog, maksime, Maxim, leveregel, grundsætning, maksimen