Απόφθεγμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: απόφθεγμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
máxima, Maxim, máximo, máxima de, lema
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απόφθεγμα
απόφθεγμα καζαντζάκη, απόφθεγμα της ημέρας, απόφθεγμα φιλίας, απόφθεγμα για τη ζωη, απόφθεγμα ημέρας, απόφθεγμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, απόφθεγμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- απότομος στα πορτογαλικά - despontar, aço, escarpado, obtuso, íngreme, brusco, curto, ...
- απόφαση στα πορτογαλικά - decisão, decifrar, decifração, decisões, de decisão, decisão de, de decisões
- απόφοιτος στα πορτογαλικά - gradualmente, graduado, graduar, diplomado, graduação
- απόχρωση στα πορτογαλικά - matiz, tonalidade, tom, coloração, cor
Τυχαίες λέξεις
Απόφθεγμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: máxima, Maxim, máximo, máxima de, lema
Μεταφράσεις: máxima, Maxim, máximo, máxima de, lema