Λέξη: στατικός
Σχετικές λέξεις: στατικός
στατικός ηλεκτρισμός στον άνθρωπο, στατικός ηλεκτρισμός ε δημοτικού, στατικός ηλεκτρισμός, στατικός ηλεκτρισμός αυτοκίνητο, στατικός μοντελισμός, στατικός ηλεκτρισμός φύλλο εργασίας, στατικός ηλεκτρισμός στα ρούχα, στατικός ηλεκτρισμός ppt, στατικός έλεγχος, στατικός ηλεκτρισμός ασκήσεις
Μεταφράσεις: στατικός
στατικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
static, stationary, a static
στατικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estático, estática, estáticos, estáticas, static
στατικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
elektrostatisch, still, feststehend, statisch, statische, statischen, statischer, statisches
στατικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
stationnaire, statique, statiques, static, électricité statique
στατικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
statico, statica, statici, statiche, static
στατικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estático, estática, static, estáticos, estáticas
στατικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
statisch, statische, vaste, static, van statische
στατικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
статический, нединамический, статического, статическое, статическая, статические
στατικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
statisk, statiske, statisk elektrisitet
στατικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
statisk, statiska, statiskt, static
στατικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
taustakohina, muuttumaton, vakaa, staattinen, staattisen, staattista, staattisia, staattiset
στατικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
statisk, statiske
στατικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stálý, statický, statické, statická, statickou, statického
στατικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nieruchomy, statyczny, statyczne, statyczna, statycznego, static
στατικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
statikus, szilárdsági, statikai, a statikus, sztatikus, állandó
στατικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
statik, statik bir, static, durağan
στατικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
статичний, статична, статичну
στατικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i pandryshueshëm, statike, statik, static, pandryshueshëm
στατικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
статичен, статично, статична, статични, статичното
στατικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
статычны
στατικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
paigalseisev, segamine, vastuseis, staatiline, staatilise, staatilised, staatilist, staatiliste
στατικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
statičkih, statičan, statički, statička, Statični, statična
στατικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
truflanir, kyrrstæð, fast, kyrrstöðu, fasta
στατικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
statinis, statinė, statinio, static, statiškas
στατικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
statisks, statiskā, statisko, statiska, statiskais
στατικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
статички, статичка, статична, статични, статичен
στατικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
static, statică, statice, statica
στατικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
statični, statična, statično, static, statičen
στατικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
statický, staticky, statické, statického, statickú, statickej
Τυχαίες λέξεις