Αρκετοί στα δανικά

Μετάφραση: αρκετοί, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
flere, adskillige, række, en række, mange
Αρκετοί στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρκετοί

αρκετοί γαλακτοβάκιλλοι, αρκετοί λεξικό γλώσσας δανικά, αρκετοί στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αρκετά στα δανικά - ganske, meget, særlig, nok, nok til, tilstrækkelig, tilstrækkeligt
  • αρκετές στα δανικά - flere, adskillige, række, en række, mange
  • αρκετός στα δανικά - sid, vid, nok, nok til, tilstrækkelig, tilstrækkeligt
  • αρκτική στα δανικά - Boreal, boreale, borealske, Nordligt, høje Nord
Τυχαίες λέξεις
Αρκετοί στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: flere, adskillige, række, en række, mange