Λέξη: επικίνδυνος

Σχετικές λέξεις: επικίνδυνος

επικίνδυνοσ ο τσίπρασ, επικίνδυνος πυρετός, επικίνδυνος ιός μητροπολιτικής αστυνομίας (metropolitan police scam), επικίνδυνος ιός στο facebook, επικίνδυνος οίκτος, επικίνδυνος ιός στην ελλάδα, επικίνδυνοσ ο συριζα, επικίνδυνος συνώνυμα, επικίνδυνος ιός μητροπολιτικής αστυνομίας, επικίνδυνος ιος

Συνώνυμα: επικίνδυνος

αηδιαστικός, απειλητικός, άσχημος, δυσάρεστος, κακοήθης, κινδυνώδης, επισφαλής, επίφοβος, ατίθασος, απελπισμένος, απενοημένος, απεγνωσμένος, αγωνιώδης, ικανός για όλα, παράτολμος, ριψοκίνδυνος

Μεταφράσεις: επικίνδυνος

επικίνδυνος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
perilous, dangerous, hazardous, risky, unsafe

επικίνδυνος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
arriesgado, peligroso, peligrosa, peligrosos, peligrosas, peligro

επικίνδυνος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
riskant, gefahrvoll, üblen, gefährlich, gefährliche, gefährlichen, gefährlicher, gefährlichsten

επικίνδυνος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
grave, périlleux, hasardé, hasardeux, dangereux, chanceux, risqué, dangereuse, dangereuses, danger

επικίνδυνος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pericoloso, rischioso, pericolosa, pericolosi, pericolose, pericolo

επικίνδυνος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arriscado, perigoso, perigo, risco, perigosa, perigosos, perigosas

επικίνδυνος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hachelijk, bedenkelijk, gewaagd, link, gevaarlijk, riskant, waaghalzerig, gevaarlijke, gevaarlijk zijn, gevaar, gevaarlijker

επικίνδυνος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
опасный, рискованный, небезопасный, скользкий, азартный, авантюрный, опасно, опасным, опасны, опасной

επικίνδυνος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
farlig, risikabel, farlige, farligste, farligere

επικίνδυνος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
farlig, vansklig, riskabel, farligt, farliga, farligare, farligaste

επικίνδυνος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaarallinen, uskalias, rämäpäinen, vakava, vaarallisten, vaarallisia, vaarallista, vaarallisen

επικίνδυνος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
farlig, farlige, farligt, farligste

επικίνδυνος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
riskantní, vážný, náhodný, odvážný, nebezpečný, nebezpečné, nebezpečná, nebezpečných, nebezpečnější

επικίνδυνος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
groźny, awanturniczy, niebezpieczny, hazardowy, ryzykowny, niebezpieczne, niebezpieczna, niebezpiecznego

επικίνδυνος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kalandos, veszélyes, a veszélyes, veszélyesnek, veszélyesek

επικίνδυνος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tehlikeli, tehlikeli bir, tehlikelidir, tehlike

επικίνδυνος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ризикований, небезпечний, небезпечно, небезпечне, небезпечним, небезпечна

επικίνδυνος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i rrezikshëm, rrezikshme, e rrezikshme, rrezikshëm, të rrezikshme

επικίνδυνος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
опасния, опасно, опасен, опасни, опасна, опасното

επικίνδυνος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
небяспечна, небясьпечна, небяспечнае

επικίνδυνος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ohtlik, tervistkahjustav, hädaohtlik, ohtlike, ohtlikke, ohtlikud, ohtliku

επικίνδυνος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
rizičan, pogibeljan, opasan, poguban, opasno, hazardan, ugrožen, opasna, opasni, opasne

επικίνδυνος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hættulegur, hættulegt, hættuleg, hættulegri, hættulegar

επικίνδυνος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
periculosus, acutus

επικίνδυνος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pavojingas, pavojinga, pavojingą, pavojingi, pavojingos

επικίνδυνος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
bīstams, bīstami, bīstama, bīstamas, bīstamā

επικίνδυνος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
опасни, опасно, опасна, опасните, опасен

επικίνδυνος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
periculos, periculoase, periculoasă, periculoasa, pericol

επικίνδυνος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
hazardní, nevaren, nevarna, nevarno, nevarne, nevarni

επικίνδυνος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nebezpečný, bezpečný, riskantní, nebezpečné, nebezpečná, nebezpečného, nebezpečných

Στατιστικά δημοτικότητας: επικίνδυνος

Τυχαίες λέξεις