Βάρκα στα δανικά
Μετάφραση: βάρκα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
båd, skib, båden, boat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάρκα
βάρκα - «τέρας» από τη φουκουσίμα ξεβράστηκε στο σιάτλ των ηπα, βάρκα από φουκουσίμα, βάρκα χωρίς πανιά, βάρκα γιαλό, βάρκα τέρας, βάρκα λεξικό γλώσσας δανικά, βάρκα στα δανικά
Μεταφράσεις
- βάπτισμα στα δανικά - dåb, dåben, døbt, dåbens, Daab
- βάρβαρος στα δανικά - barbar, vild, barbarisk, grusom, bister, bidsk, Barbarian, ...
- βάρος στα δανικά - vægt, læs, byrde, vægten, vægt-, vaegt
- βάσανο στα δανικά - pine, torment, pinsel, pinsler
Τυχαίες λέξεις
Βάρκα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: båd, skib, båden, boat
Μεταφράσεις: båd, skib, båden, boat