Βέργα στα δανικά

Μετάφραση: βέργα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stang, stav, komitéens, withe, med komitéens
Βέργα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βέργα

βέργα καλαμάτα, βέργα μέτρησης πετρελαίου, βέργα κουρτίνας ντους, βέργα κουρτίνας μπάνιου, βέργα ντουσ, βέργα λεξικό γλώσσας δανικά, βέργα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • βέβαιος στα δανικά - sikker, sikker på, Sørg, sørge for
  • βέλος στα δανικά - arrow, pil
  • βέσπα στα δανικά - scooter, scooteren, løbehjul
  • βήμα στα δανικά - skridt, trappe, gang, forholdsregel, trin, led, skridt i, ...
Τυχαίες λέξεις
Βέργα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stang, stav, komitéens, withe, med komitéens