Βιώσιμος στα δανικά
Μετάφραση: βιώσιμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
levedygtig, levedygtige, levedygtigt, rentabel, rentabelt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιώσιμος
βιώσιμος τουρισμός ορισμός, βιώσιμοσ αστικόσ σχεδιασμόσ, βιώσιμος συνώνυμα, βιώσιμος τουρισμός, βιώσιμος χώρος, βιώσιμος λεξικό γλώσσας δανικά, βιώσιμος στα δανικά
Μεταφράσεις
- βιόλα στα δανικά - bratsch, viola, celloer, af celloer, bratschen
- βιόσφαιρα στα δανικά - biosfære, biosfæren, biosfærens, biosfaeren
- βλάβη στα δανικά - sår, beskadige, skade, skader, beskadigelse, tab, skaden
- βλάκας στα δανικά - kretiner, imbecil, idiot, fjols, æsel, narre, snyde, ...
Τυχαίες λέξεις
Βιώσιμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: levedygtig, levedygtige, levedygtigt, rentabel, rentabelt
Μεταφράσεις: levedygtig, levedygtige, levedygtigt, rentabel, rentabelt