Γενναία στα δανικά

Μετάφραση: γενναία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
modig, modige, tapre, tapper, fagre
Γενναία στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γενναία

γενναία καρδιά, η γενναία, γενναία συνωνυμο, γενναία λεξικό γλώσσας δανικά, γενναία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γενικότητα στα δανικά - almenhed, generalitet, generelle, generelle anvendelse, hovedreglen
  • γεννήτρια στα δανικά - generator, generatoren, generatorer
  • γενναίος στα δανικά - tapper, tyk, modig, modige, tapre, fagre
  • γενναιοδωρία στα δανικά - gavmildhed, generøsitet, generosity, storsind
Τυχαίες λέξεις
Γενναία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: modig, modige, tapre, tapper, fagre