Γενναία στα τούρκικα
Μετάφραση: γενναία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cesur, cesur bir, brave, yiğit
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενναία
γενναία καρδιά, η γενναία, γενναία συνωνυμο, γενναία λεξικό γλώσσας τούρκικα, γενναία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γενικότητα στα τούρκικα - genellik, genelliğini, generality, genelliği, bir genellemedir
- γεννήτρια στα τούρκικα - jeneratör, Generator, jeneratörü, üreteci, üreticisi
- γενναίος στα τούρκικα - yürekli, cesur, yiğit, mert, cesur bir, brave
- γενναιοδωρία στα τούρκικα - cömertlik, generosity, cömertliği
Τυχαίες λέξεις
Γενναία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: cesur, cesur bir, brave, yiğit
Μεταφράσεις: cesur, cesur bir, brave, yiğit