Γεύση στα δανικά
Μετάφραση: γεύση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
smage, smag, prøve, aroma, egen smag, smagen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γεύση
γεύση πάτρα, γεύση από ελλάδα, γεύση πικραμύγδαλου, γεύση από ελλάδα 1980, γεύση βόλος, γεύση λεξικό γλώσσας δανικά, γεύση στα δανικά
Μεταφράσεις
- γεύμα στα δανικά - måltid, mel, et måltids, måltids, gryn, gryn af
- γεύομαι στα δανικά - smage, mønster, prøve, smag, Duft, Lugt, Kraft, ...
- γη στα δανικά - land, fornuft, grund, jord, jorden, jordens, earth
- γηγενής στα δανικά - oprindelig, indfødte, indfødt, oprindelige, indenlandske, indenlandsk
Τυχαίες λέξεις
Γεύση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: smage, smag, prøve, aroma, egen smag, smagen
Μεταφράσεις: smage, smag, prøve, aroma, egen smag, smagen