Δεξαμενή στα δανικά
Μετάφραση: δεξαμενή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tank, tanken, beholderen, beholder, akvarium
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεξαμενή
δεξαμενή σκέψης, δεξαμενή πετρελαίου, δεξαμενή βασιλειάδη, δεξαμενή κολωνάκι, δεξαμενή νερού, δεξαμενή λεξικό γλώσσας δανικά, δεξαμενή στα δανικά
Μεταφράσεις
- δεντρογέρακας στα δανικά - hobby, hobbyer, Hobby, fritidsinteresser, Hobbies, Hobbier
- δεξίωση στα δανικά - virke, fungere, arbejde, formål, embede, modtagelse, reception, ...
- δεξιοτέχνης στα δανικά - mester, herre, hersker, dygtig, dygtige, præcis, dygtigt, ...
- δεξιοτεχνία στα δανικά - håndværk, håndværksmæssig, håndværksmæssige, håndværket
Τυχαίες λέξεις
Δεξαμενή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tank, tanken, beholderen, beholder, akvarium
Μεταφράσεις: tank, tanken, beholderen, beholder, akvarium