Διάκριση στα δανικά

Μετάφραση: διάκριση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
diskrimination, forskelsbehandling, diskriminering, af forskelsbehandling
Διάκριση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάκριση

διάκριση αορίστου χρόνου - ορισμένου χρόνου σύμβασης εργασίας, διάκριση φ-θ, διάκριση περιοχών σε πεδινές ημιορεινές ορεινές, διάκριση υπάλληλος - εργάτης, διάκριση συνώνυμο, διάκριση λεξικό γλώσσας δανικά, διάκριση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διάθλαση στα δανικά - brydning, refraktion, brydningsindeks, refraktionen, brydningsloven
  • διάκονος στα δανικά - diakon, diakonen, til diakon, hjælpepræst
  • διάλειμμα στα δανικά - brække, pause, brud, afbrydelse, interval, intervallet
  • διάλεκτος στα δανικά - dialekt, dialekten, dialekter
Τυχαίες λέξεις
Διάκριση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: diskrimination, forskelsbehandling, diskriminering, af forskelsbehandling