Διάκριση στα ιταλικά

Μετάφραση: διάκριση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
discrezione, discriminazione, discriminazioni, la discriminazione, una discriminazione, le discriminazioni
Διάκριση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διάκριση

διάκριση αορίστου χρόνου - ορισμένου χρόνου σύμβασης εργασίας, διάκριση φ-θ, διάκριση περιοχών σε πεδινές ημιορεινές ορεινές, διάκριση υπάλληλος - εργάτης, διάκριση συνώνυμο, διάκριση λεξικό γλώσσας ιταλικά, διάκριση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • διάθλαση στα ιταλικά - rifrazione, di rifrazione, la rifrazione, refrazione, rifrazione della
  • διάκονος στα ιταλικά - diacono, il diacono, diaconi, diaconale
  • διάλειμμα στα ιταλικά - frattura, schiantare, fracassare, intermezzo, interrompere, spazio, pausa, ...
  • διάλεκτος στα ιταλικά - linguaggio, dialetto, dialettale, il dialetto, dialetto di, dialetti
Τυχαίες λέξεις
Διάκριση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: discrezione, discriminazione, discriminazioni, la discriminazione, una discriminazione, le discriminazioni