Διαλύω στα δανικά
Μετάφραση: διαλύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
opløse, opblødes, macerere, udblødte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαλύω
διαλύω προστακτική, διαλύω συνώνυμα, συνωνυμο αναλύω, διανύω αόριστος, διαλύω λεξικό γλώσσας δανικά, διαλύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- διαλογισμός στα δανικά - fordybelse, kontemplation, overvejelse, Betragtningen, contemplation
- διαλυτός στα δανικά - opløselig, opløseligt, opløselige
- διαμάντι στα δανικά - diamant, diamantbroche, diamantring, diamanter, diamond
- διαμάχη στα δανικά - strid, skænderi, konflikt, konflikten, konflikter
Τυχαίες λέξεις
Διαλύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: opløse, opblødes, macerere, udblødte
Μεταφράσεις: opløse, opblødes, macerere, udblødte