Διαφωνώ στα δανικά

Μετάφραση: διαφωνώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
drøfte, argumentere, diskutere, uenige, uenig, er uenige, er uenig, være uenig
Διαφωνώ στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαφωνώ

διαφωνώ με όσα λες αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες, διαφωνώ συνώνυμα, διαφωνώ με αυτό που λες αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες, διαφωνώ με ό τι λες αλλά θα υπερασπισθώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες, διαφωνώ με όσα λεσ, διαφωνώ λεξικό γλώσσας δανικά, διαφωνώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διαφυγή στα δανικά - flugt, escape, flygte, undslippe, udslip
  • διαφωνία στα δανικά - udveksling, debat, strid, konflikt, skænderi, bytte, argument, ...
  • διαφωτίζω στα δανικά - belyse, lyser, oplyse, lyse, at belyse
  • διαχείμαση στα δανικά - overvintring, overvintringsområde, overvintre, overvintrende, overvintrings-
Τυχαίες λέξεις
Διαφωνώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: drøfte, argumentere, diskutere, uenige, uenig, er uenige, er uenig, være uenig