Διηγούμαι στα δανικά

Μετάφραση: διηγούμαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sige, fortælle, recitere, reciterer, fremsige, citere, at recitere
Διηγούμαι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διηγούμαι

ρήμα διηγούμαι, διηγούμαι κλιση, διηγούμαι στα αγγλικα, διηγούμαι διηγείσαι, διηγούμαι παρατατικός, διηγούμαι λεξικό γλώσσας δανικά, διηγούμαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διεύθυνση στα δανικά - adresse, adressen
  • διεύρυνση στα δανικά - ekspansion, udvidelse, udvidelsen, udbygning, vækst
  • διηθώ στα δανικά - infiltrere, at infiltrere, infiltrerer, trænge, trænge ind
  • διθυραμβικός στα δανικά - dityrambisk
Τυχαίες λέξεις
Διηγούμαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sige, fortælle, recitere, reciterer, fremsige, citere, at recitere