Δυσωδία στα δανικά
Μετάφραση: δυσωδία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stank, stanken, lugten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσωδία
δυσωδία ορισμός, δυσωδία ετυμολογια, ονειροκρίτης δυσωδία, δυσωδία λεξικό γλώσσας δανικά, δυσωδία στα δανικά
Μεταφράσεις
- δυσχέρεια στα δανικά - vanskelighed, vanskeligheder, svært, vanskeligt, svært ved
- δυσχεραίνω στα δανικά - hæmmer, spånkurve, Kurve, hæmsko
- δυτικός στα δανικά - vestre, vestlig, western, vestlige, det vestlige, vestlige del
- δωδεκάδα στα δανικά - dusin, tolv, halv snes, snes, dozen
Τυχαίες λέξεις
Δυσωδία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stank, stanken, lugten
Μεταφράσεις: stank, stanken, lugten