Εκπαρθένευση στα δανικά

Μετάφραση: εκπαρθένευση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ekparthenefsi
Εκπαρθένευση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκπαρθένευση

εκπαρθένευση λεξικό γλώσσας δανικά, εκπαρθένευση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εκπαιδευόμενος στα δανικά - praktikant, trainee, praktikanten, elev, praktikanter
  • εκπαιδεύω στα δανικά - opdrage, tog, uddanne, oplyse, undervise, uddanner
  • εκπλήσσω στα δανικά - overraskelse, overraskende, surprise, overraske
  • εκπληκτικά στα δανικά - overraskende, forbavsende, overraskende nok
Τυχαίες λέξεις
Εκπαρθένευση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ekparthenefsi