Εμπάθεια στα δανικά

Μετάφραση: εμπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ild, had, til had, hadet, had på
Εμπάθεια στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπάθεια

εμπάθεια συνώνυμα, η εμπάθεια, εμπάθεια λεξικό, define εμπάθεια, εμπάθεια μετάφραση, εμπάθεια λεξικό γλώσσας δανικά, εμπάθεια στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εμμένω στα δανικά - stick, pind, stok, stokken, stav
  • εμμονή στα δανικά - udholdenhed, vedholdenhed, ihærdighed, vedholdende
  • εμπαθής στα δανικά - Passionate, Lidenskabelig, passioneret, Lidenskabelige, brænder for
  • εμπαικτικός στα δανικά - spottende, Mocking, hån, hånlig, Gøre nar
Τυχαίες λέξεις
Εμπάθεια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ild, had, til had, hadet, had på