Ενεργά στα δανικά

Μετάφραση: ενεργά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
aktiv, aktive, aktivt
Ενεργά στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενεργά

ενεργά ηχεία, ενεργά ηφαίστεια, ενεργά ηφαίστεια ελλάδα, ενεργά ή hellas power, ενεργά ρήγματα, ενεργά λεξικό γλώσσας δανικά, ενεργά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ενδυναμώνω στα δανικά - nerve, nerven, frækhed, nerver, nerve-
  • ενδόμυχος στα δανικά - inderst, inderste, inmost, inderst inde
  • ενεργητικό στα δανικά - aktiver, aktiverne, formue, anlægsaktiver
  • ενεργητικός στα δανικά - energisk, energiske, energetisk, energetiske
Τυχαίες λέξεις
Ενεργά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: aktiv, aktive, aktivt