Εξέγερση στα δανικά
Μετάφραση: εξέγερση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
oprør, opstand, opstanden, oprøret
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξέγερση
εξέγερση του αν λουσάν, εξέγερση νομικής 1973, εξέγερση του χέιμαρκετ, εξέγερση της κροστάνδης, εξέγερση και μελαγχολία, εξέγερση λεξικό γλώσσας δανικά, εξέγερση στα δανικά
Μεταφράσεις
- εξάτμιση στα δανικά - fordampning, inddampning, afdampning, fordampningen
- εξάχνωση στα δανικά - sublimere, sublimerer, at sublimere, sublimatet
- εξέδρα στα δανικά - barak, stå, perron, kaj, platform, platformen
- εξέλιξη στα δανικά - fremrykning, fremskridt, udvikling, evolution, udviklingen, udvikling af, udvikle
Τυχαίες λέξεις
Εξέγερση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: oprør, opstand, opstanden, oprøret
Μεταφράσεις: oprør, opstand, opstanden, oprøret