Εξοχή στα δανικά
Μετάφραση: εξοχή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
land, landskabet, landskab, landet, natur, landskaber
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξοχή
εξοχή καβάλασ, εξοχή πιερίασ, εξοχή ετυμολογία, εξοχή οικόπεδο πωλείται, εξοχή ονειροκρίτης, εξοχή λεξικό γλώσσας δανικά, εξοχή στα δανικά
Μεταφράσεις
- εξουσιοδοτώ στα δανικά - bemyndige, tilladelse, godkende, tillade, tilladelse til
- εξουσιοδότηση στα δανικά - udvalg, tilladelse, godkendelse, tilladelsen, bemyndigelse, godkendelsen
- εξτρεμιστής στα δανικά - ekstremistiske, ekstremistisk, ekstremist, yderliggående, yderligtgående
- εξυπηρέτηση στα δανικά - service, betjening, tjeneste, tjenesten, tjenesteydelse, tjenester
Τυχαίες λέξεις
Εξοχή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: land, landskabet, landskab, landet, natur, landskaber
Μεταφράσεις: land, landskabet, landskab, landet, natur, landskaber