Επίμονος στα δανικά

Μετάφραση: επίμονος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vedholdende, vedvarende, persistente, persistent, persisterende
Επίμονος στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίμονος

επίμονος βήχας, επίμονος βήχας με φλέματα, επίμονος βήχας αντιμετώπιση, επίμονος πονοκέφαλος, επίμονος κηπουρός, επίμονος λεξικό γλώσσας δανικά, επίμονος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • επίκριση στα δανικά - kritik, kritikken, kritiseret, kritikpunkt
  • επίμαχος στα δανικά - kontroversielle, kontroversiel, kontroversielt, omstridt, omstridte
  • επίορκος στα δανικά - Meeneder, meneder
  • επίπεδο στα δανικά - jævn, høvl, flad, plan, flyvemaskine, niveau, fly, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίμονος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vedholdende, vedvarende, persistente, persistent, persisterende